Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2012

Χορεύουν οι ελέφαντες

"Ο μωβ μαέστρος" της Σοφίας Νικολαΐδου δεν μου είχε αρέσει. Το δεύτερό της μυθιστόρημα "Απόψε δεν έχουμε φίλους"
 το βρήκα σαφώς καλύτερο, δεν με είχε όμως εμπνεύσει τόσο ώστε να αγοράσω και το τρίτο της, το "Χορεύουν οι ελέφαντες". Αλλά, το εξής απόσπασμα από το οπισθόφυλλο του βιβλίου ήταν μεγάλος πειρασμός: "Σχολικό έτος 2010-2011: ένας μαθητής αρνείται να δώσει Πανελλαδικές. Ο αγαπημένος του καθηγητής του αναθέτει να ερευνήσει την παλιά υπόθεση (Πολκ). Ο πρώην άριστος μαθυητής αρχίζει να ψάχνει. Πόσο έτοιμοι είναι οι ενήλικες να ακούσουν τι έχει να πει;"
Το αγόρασα λοιπόν γιατί δεν μπορώ να αντισταθώ σε κανένα βιβλίο που έχει να κάνει με σχολείο και μαθητές.
Το "Χορεύουν οι ελέφαντες" δεν με απογοήτευσε αλλά και δεν με ενθουσίασε. Θα εξηγήσω γιατί. Εν πρώτοις πατάει πάνω στο "πατρόν" ("μόλα" το λέμε στην Κύπρο) του πρηγούμενού της βιβλίου. Δηλαδή έχουμε μια υπόθεση που πηγαινοέρχεται ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν.  Στο προηγούμενο βιβλίο ήταν ανάμεσα στο 2008 με τις διαδηλώσεις και καταστροφές που ακολούθησαν το φόνο του νεαρού Αλέξη και τα γεγονότα με τους δωσίλογους της Κατοχής, φτάνοντας ως το 1989. Στο τελευταίο βιβλίο ο χρόνος κινείται μεταξύ του παρόντος (2010-2011) και της περίφημης δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ,το 1948, για την οποία έχουν γραφτεί πλήθος κείμενα, χωρίς ποτέ να βρεθούν τα αίτια ή οι δολοφόνοι, παρ' όλο που  καταδικάστηκε κάποιος, αν και υποστήριζε ότι είναι αθώος. Στο "Απόψε δεν έχουμε φίλους" ένας φοιτητής αναλαμβάνει να εκπονήσει μια διατριβή για το θέμα, εδώ  ένας μαθητής διερευνά την παλιά δολοφονία του Πολκ.
Πολλά πρόσωπα του προηγούμενου βιβλίου τα συναντάμε κι εδώ σε άλλους ρόλους.  Τον Σιουκούρογλου που στο προηγούμενο βιβλίο απέτυχε να πάρει πανεπιστημιακή έδρα, εδώ τον συναντάμε φιλόλογο στο Λύκειο. Είναι ένας ιδιόρυθμος, μονήρης τύπος, που χρησιμοποιεί πρωτότυπες και αντισυμβατικές μεθόδους διδασκαλίας. Χαϊδευτικά οι μαθητές τον αποκαλούν Σουκ.
Συναντάμε ακόμα τον καθηγητή Αστερίου που είχε απορρίψει τότε τη διατριβή του Σιουκούρογλου. Επίσης, η Φανή Ντόκου που εκεί ήταν τραγουδίστρια, εδώ είναι καθηγήτρια μουσικής. Βρίσκουμε επίσης έναν ωραίο τύπο γιαγιάς, εκεί τη Νίνα, εδώ την Ευθαλία. Δεν ξέρω αν η Νικολαΐδου θέλησε το παρόν μυθιστόρημα να είναι μια συνέχεια του προηγούμενου. Ίσως μόνο ως προς τα πρόσωπα, γιατί κατά τα άλλα έχουν αρκετές διαφορές.
Το θέμα έχει ως εξής: ένας μαθητής της Γ΄Λυκείου, ο Μηνάς Γεωργίου, γιος δημοσιογράφου, δηλώνει ότι δεν θέλει να προετοιμαστεί και να δώσει Πανελλαδικές. Ο καθηγητής του τότε, ο Σιουκούρογλου, του αναθέται να εκπονήσει μια εργασία σχετικά με τη δολοφονία του Πολκ στη Θεσσαλονίκη το 1948 που συντάραξε την Ελλάδα. Την εργασία αυτή θα πρέπει στο τέλος Φεβρουαρίου να την παρουσιάσει ενώπιον κοινού μαθητών και καθηγητών. 
Η τεχνική της συγγραφέως είναι η διάκριση των κεφαλαίων σε παρόν και παρελθόν με διάφορα αφηγηματικά πρόσωπα. Μετά από τα κεφάλαια πρωτοπρόσωπης αφήγησης άλλοτε του παρελθόντος (π.χ. της μητέρας του αδίκως καταδικασθέντος Γκρη, ή του διευθυντή της ασφάλειας που είχε αναλάβει την εξιχνίαση της υπόθεσης) και άλλοτε του παρόντος (π.χ. του Μηνά) παρεμβάλλονται κεφάλαια τριτοπρόσωπης αφήγησης με τίτλο "Οι άλλοι κρίνουν", όπου υπάρχει μια πιο αντικειμενική αφήγηση.
Παράλληλα με την αφήγηση της υπόθεσης Πολκ (στο βιβλίο αποκαλείται Τζακ Τάλας) η αφήγηση του παρόντος αφορά κυρίως τη σύγχρονη ελληνική εκπαίδευση. Είναι μια δριμεία κριτική του τρόπου διδασκαλίας, της απομνημόνευσης, του άγχους των Πανελλαδικών και μια σκιαγράφηση της σύγχρονης μαθητικής νεολαίας με τις καταλήψεις και τις άλλες μαθητικές εκδηλώσεις.
Βρίσκω ότι η Νικολαΐδου προσπάθησε να δώσει δυο διαφορετικές εποχές, αλλά αυτό γίνεται με δύο άσχετα θέματα, με τον πολύ χαλαρό σύνδεσμο της εκπόνησης της σχετικής εργασίας από τον Μηνά. Μια εργασία όμως που εξαντλείται στην καταγραφή γεγονότων, όπως ήδη είναι γνωστά από πλήθος δημοσιεύματα, χωρίς καμιά προσπάθεια ερμηνείας ή συμπερασμάτων ή κριτικής;. Τίποτα δεν προσφέρει στην υπόθεση Πολκ πέρα από όσα έχουν ήδη γραφτεί, όπως άλλωστε επισημαίνεται και στο ίδιο το μυθιστόρημα (σ. 286-287).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου